Βλαβερός στα ουκρανικά
Μετάφραση: βλαβερός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шкідливий, вредний, шкідливе, шкідлива, найшкідливіший
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βλαβερός
βλαβερός συνώνυμα, βλαβερός συνώνυμο, βλαβερός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βλαβερός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βλέψη στα ουκρανικά - ціль, прагнення, намагання, спрямовувати, мету, спрямувати, мета, ...
- βλήμα στα ουκρανικά - проектується, снаряд, ядро
- βλακείες στα ουκρανικά - нонсенс, безглуздя, нісенітниця, фігня, фигня
- βλαστάνω στα ουκρανικά - проростіть, породжувати, паросток, Росток, пагін, корінь, парость
Τυχαίες λέξεις
Βλαβερός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шкідливий, вредний, шкідливе, шкідлива, найшкідливіший
Μεταφράσεις: шкідливий, вредний, шкідливе, шкідлива, найшкідливіший