Δημοψήφισμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: δημοψήφισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
плебісцит, референдум
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δημοψήφισμα
δημοψήφισμα 1973, δημοψήφισμα για την ευαθ, δημοψήφισμα παπανδρέου, δημοψήφισμα για το νερό, δημοψήφισμα κριμαία, δημοψήφισμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δημοψήφισμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δημοτικότητα στα ουκρανικά - популярний, розповсюджений, відомий, народний, популярність, популярності
- δημοφιλής στα ουκρανικά - простолюддя, прищавий, популярний, найпопулярніший
- διάβαση στα ουκρανικά - роз'їзд, виходе, переправа, утверджування, епізод, коридор, перехід, ...
- διάβασμα στα ουκρανικά - підготовленість, полювання, готовність, мисливство, читання, чтение
Τυχαίες λέξεις
Δημοψήφισμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: плебісцит, референдум
Μεταφράσεις: плебісцит, референдум