Λέξη: επεξεργασία

Σχετικές λέξεις: επεξεργασία

επεξεργασία στα αγγλικά, επεξεργασία φυσικής γλώσσας, επεξεργασία φωτογραφίας, επεξεργασία pdf, επεξεργασία νερού, επεξεργασία ήχου, επεξεργασία κειμένου, επεξεργασία υγρών αποβλήτων, επεξεργασία video, επεξεργασία λυμάτων

Συνώνυμα: επεξεργασία

φινίρισμα, τέλος, άλεσμα, κατασκευή

Μεταφράσεις: επεξεργασία

επεξεργασία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
processing, elaboration, treatment, processed, treated

επεξεργασία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tratamiento, elaboración, la elaboración, elaborar, de elaboración, elaboración de

επεξεργασία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verarbeitung, verarbeitend, abfertigung, weiterverarbeitend, bearbeitung, Ausarbeitung, Erarbeitung, Erstellung, Bearbeitung, Ausgestaltung

επεξεργασία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
élaboration, traitement, l'élaboration, élaborer

επεξεργασία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
trattamento, lavorazione, elaborazione, all'elaborazione, di elaborazione, l'elaborazione, elaborazioni

επεξεργασία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
processamento, elaboração, de elaboração, a elaboração, elaboração de, elaborar

επεξεργασία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verwerking, uitwerking, opstelling, uitwerken, opstellen, ontwikkeling

επεξεργασία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отделка, технология, обработка, стерилизация, обработать, переработка, переделка, разработка, разработки, разработку, разработке, выработка

επεξεργασία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
behandling, utdypning, utarbeidelsen, utarbeidelse, utdyping, utarbeide

επεξεργασία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utarbetande, utarbetandet, utarbeta, utarbetas, utformningen

επεξεργασία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
käsittely, jalostus, laskenta, laadintaan, laatiminen, laatimista, laatimiseen, laatimisessa

επεξεργασία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
udarbejdelse, udarbejdelsen, udarbejde, uddybning, udarbejdes

επεξεργασία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zpracování, vypracování, rozpracování, vypracovávání

επεξεργασία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
proces, przebieranie, przetwór, procesowanie, obróbka, przetworzenie, obrabiać, przetwórstwo, przetwórczość, przerób, przetwarzanie, opracowanie, wypracowanie, opracowywanie, opracowania, opracowywania

επεξεργασία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
feldolgozás, kidolgozás, kidolgozása, kidolgozását, kidolgozásában, kidolgozásának

επεξεργασία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayrıntı, özen, hazırlanması, detaylandırılması, olgunlaşması

επεξεργασία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
процеси, розробка, розроблення, технологія

επεξεργασία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përpunim, përpunimi, elaborimi, elaborim, perpunimin

επεξεργασία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
преработка, преработване, обработка, разработване, изработване, изготвяне, разработването, разработка

επεξεργασία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
распрацоўка, распрацоўцы, Распрацаваць, па распрацоўцы, тэхналогія

επεξεργασία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
töötlus, väljatöötamine, väljatöötamisel, väljatöötamise, väljatöötamist, väljatöötamiseks

επεξεργασία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
razrađivanje, razrada, izrada, razradu, izradu

επεξεργασία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
útfærsla, útfærslu, útfÃ|rsla, útfæra, útfæra í

επεξεργασία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
detalizavimas, plėtojimas, parengimas, kūrimas, rengimas

επεξεργασία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
papildināšana, izstrāde, izstrādi, izstrādāšana, izstrādes

επεξεργασία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
изработка, елаборација, разработка, елаборирање, изработката

επεξεργασία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
elaborare, elaborarea, de elaborare, elaborării, elaborare a

επεξεργασία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
izdelava, priprava, izdelavo, oblikovanje, obdelava

επεξεργασία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
spracovanie, spracovania, spracovaní, spracovaniu

Στατιστικά δημοτικότητας: επεξεργασία

Τυχαίες λέξεις