Καρδινάλιος στα ουκρανικά
Μετάφραση: καρδινάλιος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
основний, головний, кардинальний, кардинал, кардинала
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρδινάλιος
καρδινάλιος γλυκό, καρδινάλιος ουμβέρτος, καρδινάλιος του ρετζ, καρδινάλιος βησσαρίων, καρδινάλιος μαζαρίνος, καρδινάλιος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καρδινάλιος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- καρδαμώνω στα ουκρανικά - підтримувати, підкріплювати, укріплювати, кардамон
- καρδιά στα ουκρανικά - серці, мужність, кохання, сутність, сміливість, серце
- καρδιοχτύπι στα ουκρανικά - хвилювання, пульсація, збентеження, биття, серцебиття, відчуття серцебиття
- καριέρα στα ουκρανικά - кар'єра, гнати, кар'єру, Робота, кар`єра, Кар'єра гравця
Τυχαίες λέξεις
Καρδινάλιος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: основний, головний, кардинальний, кардинал, кардинала
Μεταφράσεις: основний, головний, кардинальний, кардинал, кардинала