Καταδικαστέος στα ουκρανικά

Μετάφραση: καταδικαστέος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жахливий, страшний, жахлива, найжахливіший
Καταδικαστέος στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταδικαστέος

καταδικαστέος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καταδικαστέος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • καταδικάζω στα ουκρανικά - присуджувати, засуджувати, гудити, речення, в'язень, засуджений, присудити, ...
  • καταδικασμένος στα ουκρανικά - осуджений, приречений, приречена, приречене
  • καταδιώκω στα ουκρανικά - переслідуйте, переслідувати, підбурювати, набридати, докучати, погоня, гонитва
  • καταδυνάστευση στα ουκρανικά - гніт, пригнічування, пригнічення, гне, гноблення, пригноблення, придушення
Τυχαίες λέξεις
Καταδικαστέος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: жахливий, страшний, жахлива, найжахливіший