Κατεδαφίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: κατεδαφίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розбирати, зривати, скидати, розібрати, знімати, расі, раси, расу, расою
Κατεδαφίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατεδαφίζω

κατεδαφίζω συνώνυμο, κατεδαφίζω συνώνυμα, κατεδαφίζω αγγλικα, κατεδαφίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατεδαφίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • καταψύχω στα ουκρανικά - гартувати, застуда, заморожування, холод, мерзнути, заморожувати, простуда, ...
  • κατεδάφιση στα ουκρανικά - знос, винищення, руйнування, розбирання, знесення, снос
  • κατεργάζομαι στα ουκρανικά - протокол, katergazomai
  • κατευνάζω στα ουκρανικά - зменшувати, заспокоювати, послаблювати, заспокоїти, полегшувати, пом'якшувати, заспокойте, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατεδαφίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розбирати, зривати, скидати, розібрати, знімати, расі, раси, расу, расою