Κατεδαφίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κατεδαφίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nivelar, raio, arrasar, Rase, de Rase, arranhar, demolir
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατεδαφίζω
κατεδαφίζω συνώνυμο, κατεδαφίζω συνώνυμα, κατεδαφίζω αγγλικα, κατεδαφίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κατεδαφίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- καταψύχω στα πορτογαλικά - parada, liberdade, frio, geada, congelação, gelar, frio intenso, ...
- κατεδάφιση στα πορτογαλικά - demolição, de demolição, demolition, demolições, a demolição
- κατεργάζομαι στα πορτογαλικά - processo, seguir, proceder, processar, procedimento, Katergazomai
- κατευνάζω στα πορτογαλικά - economizar, salvar, bálsamo, tranqüilizar, tranquilizar, tranquilize, tranqüilizá, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατεδαφίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: nivelar, raio, arrasar, Rase, de Rase, arranhar, demolir
Μεταφράσεις: nivelar, raio, arrasar, Rase, de Rase, arranhar, demolir