Κοιλιακός στα ουκρανικά
Μετάφραση: κοιλιακός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
черевної, черевною, абдомінальне, абдомінальний, черевній, черевний
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιλιακός
κοιλιακόσ πόνοσ αριστερά, κολπικός υπέρηχος, κοιλιακός πόνος, κοιλιακός μυς, κοιλιακός εγκέφαλος, κοιλιακός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κοιλιακός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κοιλάδα στα ουκρανικά - долина, Доліна
- κοιλιά στα ουκρανικά - живіт, черево
- κοιλότητα στα ουκρανικά - западина, порожнина, палата, приймальня, прийомна, впадина, камера, ...
- κοιμάμαι στα ουκρανικά - спати, німіти, сон
Τυχαίες λέξεις
Κοιλιακός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: черевної, черевною, абдомінальне, абдомінальний, черевній, черевний
Μεταφράσεις: черевної, черевною, абдомінальне, абдомінальний, черевній, черевний