Μπολερό στα ουκρανικά
Μετάφραση: μπολερό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
болеро
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπολερό
μπολερό πλεκτό με βελόνες, μπολερό του ραβέλ, μπολερό μαύρο, μπολερό ρούχα, μπολερό καββαδίας, μπολερό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μπολερό στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μπλούζα στα ουκρανικά - блузка, кофточка, гімнастерка, кофта, блуза, Блузки
- μπλόφα στα ουκρανικά - обман, прямої, стрімчастий, прямовисний, прямій, блеф, обдурювання
- μπολιάζω στα ουκρανικά - щеплення, живець, щепити, привой, прививати, щеплені, прищеплені, ...
- μπορεί στα ουκρανικά - можливо, може
Τυχαίες λέξεις
Μπολερό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: болеро
Μεταφράσεις: болеро