Ξέφρενος στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξέφρενος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
божевільний, шалений, несамовитий
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξέφρενος
ξέφρενος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξέφρενος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξέσπασμα στα ουκρανικά - вибух, спалах, повстання, сполох, підірваний, висадити, хвилювання, ...
- ξέστρο στα ουκρανικά - шило, скребок, шкребок, шкрябань
- ξέφωτο στα ουκρανικά - чистка, дільницю, відділок, кліринговий, ділянка, поляна, галявина
- ξίφος στα ουκρανικά - шабля, меч, шпага, ворожий, шашка, палаш, рапіра, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξέφρενος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: божевільний, шалений, несамовитий
Μεταφράσεις: божевільний, шалений, несамовитий