Ξεχαρβαλωμένος στα ουκρανικά

Μετάφραση: ξεχαρβαλωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перенапруга, перенапруження, хиткий, хисткий, хибкий
Ξεχαρβαλωμένος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεχαρβαλωμένος

ξεχαρβαλωμένος συνώνυμα, ξεχαρβαλωμένος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξεχαρβαλωμένος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ξεφτίζω στα ουκρανικά - зношувати, зіткнення, потріпати, протирати, бійка, драка
  • ξεφτιλίζω στα ουκρανικά - принижувати, принизьте, понижувати, знижувати, принижуватиме
  • ξεχασιάρης στα ουκρανικά - забудькуватий, недбалий, неуважний, неуважливий, забудькуватих, забудькувата
  • ξεχειλίζω στα ουκρανικά - переливатись, затоплювати, затопити, переповнення, переповнювання
Τυχαίες λέξεις
Ξεχαρβαλωμένος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: перенапруга, перенапруження, хиткий, хисткий, хибкий