Παθολογία στα ουκρανικά
Μετάφραση: παθολογία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
патологія
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παθολογία
παθολογία της κύησης μεταπτυχιακό, παθολογία harrison, παθολογία της κύησης, παθολογία kumar parveen clark michael, παθολογία πολέμου, παθολογία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παθολογία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- παθιασμένος στα ουκρανικά - жагучий, пристрасний, опришкуватий, полум'яний, гарячий, огненний, палкий, ...
- παθογόνος στα ουκρανικά - патогенний
- παθολογικός στα ουκρανικά - примусовий, обов'язковий, патологічний, патологічного
- παθολόγος στα ουκρανικά - патолог, паталог
Τυχαίες λέξεις
Παθολογία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: патологія
Μεταφράσεις: патологія