Λέξη: παθολογία

Σχετικές λέξεις: παθολογία

παθολογία της κύησης μεταπτυχιακό, παθολογία harrison, παθολογία της κύησης, παθολογία kumar parveen clark michael, παθολογία πολέμου, παθολογία με μια ματιά, παθολογία stein, παθολογία του πολέμου θουκυδίδης, παθολογία επαλ, παθολογία του πολέμου

Μεταφράσεις: παθολογία

παθολογία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pathology, the pathology, pathology of, medicine, the pathology of

παθολογία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
patología, la patología, patología de, patologías, de patología

παθολογία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
symptomatik, Pathologie, der Pathologie, pathologischen, Krankheits

παθολογία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pathologie, la pathologie, pathologies, une pathologie, médecine

παθολογία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
patologia, patologie, la patologia, di patologia, una patologia

παθολογία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
patologia, patologias, a patologia, de patologia, patologia de

παθολογία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pathologie, de pathologie, pathologische, pathologie van

παθολογία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
патология, патологии, патологией, патологию

παθολογία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
patologi, sykdomslære, patologien, patologiske

παθολογία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
patologi, patologin, pathology, patologiska

παθολογία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
patologia, patologian, Pathology, patologiaa, patologiasta

παθολογία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
patologi, sygdomslære, patologien, patologiske, patologisk

παθολογία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
patologie, patologii, Pathology, Choroby, patologický

παθολογία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
patologia, patologii, patologią, patologię, patomorfologia

παθολογία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kórtan, patológia, Pathology, patológiai, patológiája, patológiáját

παθολογία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
patoloji, patolojisi, Pathology, patolojik, patolojinin

παθολογία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
патологія

παθολογία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
patologji, patologjisë, Patologjia, patologjinë, patologjike

παθολογία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
патология, патологията, патологично състояние, патологично

παθολογία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паталогія, паталёгія

παθολογία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
patoloogia, patoloogiat, patoloogiaga, patoloogias, patoloogiale

παθολογία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
patologija, patologije, patologiju, patologiji, što patologija

παθολογία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
meinafræði, sjúkdómafræði, sjúkdómi, Meingerðin, sjúklega ástandi

παθολογία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
patologija, patologijos, patologiją

παθολογία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
patoloģija, patoloģijas, patoloģiju, pataloģiju, pataloģija

παθολογία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
патологија, патологијата, патологија на, pathology

παθολογία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
patologie, patologia, patologiei, patologii, de patologie

παθολογία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
patologija, patologijo, patologije, pathology, patologiji

παθολογία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
patológia, patológie, patologie, patológiu, patológii
Τυχαίες λέξεις