Πασπάλισμα στα ουκρανικά

Μετάφραση: πασπάλισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бризкати, лейка, присипки, присипка
Πασπάλισμα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πασπάλισμα

πασπάλισμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πασπάλισμα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • παρόρμηση στα ουκρανικά - спонука, примус, змушування, спонукати, імпульс, імпульсу, поштовх
  • παρών στα ουκρανικά - наявність, нині, даний час, цей час, теперішній час, Наразі
  • πασπαλίζω στα ουκρανικά - злиденний, бризкати, лейка, посипати, притрусити
  • πασπατεύω στα ουκρανικά - вертіти, намацувати, скрипка, скрипку
Τυχαίες λέξεις
Πασπάλισμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: бризкати, лейка, присипки, присипка