Лейка στα ελληνικά
Μετάφραση: лейка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πασπαλίζω, ραντίζω, πασπάλισμα, αδιάβροχος, ραντιστήρι, Leica, της Leica, Εγχειρίδιο Leica, Η Leica, τη Leica
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- лежати στα ελληνικά - καναπές, ανάκλιντρο, ντιβάνι, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, ...
- лежиться στα ελληνικά - lezhytsya
- лейтенанти στα ελληνικά - ζωή, βίος, ισόβιος, υπολοχαγός, υπολοχαγό, υπολοχαγού, ανθυπολοχαγός, ...
- лексикограф στα ελληνικά - λεξικογράφος, λεξικογράφο, λεξικογράφου, τον λεξικογράφο
Τυχαίες λέξεις
Лейка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πασπαλίζω, ραντίζω, πασπάλισμα, αδιάβροχος, ραντιστήρι, Leica, της Leica, Εγχειρίδιο Leica, Η Leica, τη Leica
Μεταφράσεις: πασπαλίζω, ραντίζω, πασπάλισμα, αδιάβροχος, ραντιστήρι, Leica, της Leica, Εγχειρίδιο Leica, Η Leica, τη Leica