Παφλάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: παφλάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хвилювання, булька, пузир, бульбашка, заворушення, міхур, бульбашку
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παφλάζω
παφλάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παφλάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πατσάς στα ουκρανικά - нісенітниця, рубець, дурниця, кендюх
- πατσαβούρα στα ουκρανικά - нечепура, прочуханка, шльондра, проститутка, повія, нечупара, тампон
- παχνιάζομαι στα ουκρανικά - іній, мороз, паморозь, изморозь
- παχουλός στα ουκρανικά - сливовий, вигідний, завидний, круглолиций, кругловидий, круглоліций, повновидий
Τυχαίες λέξεις
Παφλάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хвилювання, булька, пузир, бульбашка, заворушення, міхур, бульбашку
Μεταφράσεις: хвилювання, булька, пузир, бульбашка, заворушення, міхур, бульбашку