Πληκτικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: πληκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тупий, скучний, млявий, тьмяний, утомливий, тупій, тупою, нудний, дурний, нецікавий, нецікаво, нецікава, нецікаве
Πληκτικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πληκτικός

πληκτικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πληκτικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πληθωριστικός στα ουκρανικά - інфляція, здуття, надування, роздутість, газом, інфляційний, інфляційне
  • πληθώρα στα ουκρανικά - полоскання, достаток, масу, велика кількість, розмаїття
  • πληκτρολόγιο στα ουκρανικά - ключової, командний, сміливість, підкуп, чека, риф, клавіатура, ...
  • πλημμυρίζω στα ουκρανικά - повінь, прилив, мазь, потік, розлиття, розлив, повідь, ...
Τυχαίες λέξεις
Πληκτικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тупий, скучний, млявий, тьмяний, утомливий, тупій, тупою, нудний, дурний, нецікавий, нецікаво, нецікава, нецікаве