Πονόψυχος στα ουκρανικά

Μετάφραση: πονόψυχος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жалісливий, жаліслива
Πονόψυχος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πονόψυχος

πονόψυχος συνώνυμα, πονόψυχος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πονόψυχος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πονοκέφαλος στα ουκρανικά - прикрощі, прикрість, неприємність, завада, головний біль, біль голови
  • ποντίκι στα ουκρανικά - оплакує, миша, мишу, миші
  • πονώ στα ουκρανικά - біль, болю
  • πορεία στα ουκρανικά - назва, рубрика, заголовок, курс, шлях, траса, буркун, ...
Τυχαίες λέξεις
Πονόψυχος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: жалісливий, жаліслива