Ραντιστήρι στα ουκρανικά

Μετάφραση: ραντιστήρι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лейка, розприскувач, розбризкувач, розпилювач, разбризгиватель, розприскувача
Ραντιστήρι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ραντιστήρι

ραντιστήρι πλάτης, ραντιστήρι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ραντιστήρι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ραντίζω στα ουκρανικά - бризкати, наголошувати, швиргати, лейка, порив, навально, плескіт, ...
  • ραντεβού στα ουκρανικά - визначення, меблі, посада, призначання, означення, призначення
  • ραπίζω στα ουκρανικά - ляскати, ляпати, хляпати, плескати, поривши, стукнути, вдарити, ...
  • ρατσισμός στα ουκρανικά - рознос, змагання, расизм
Τυχαίες λέξεις
Ραντιστήρι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лейка, розприскувач, розбризкувач, розпилювач, разбризгиватель, розприскувача