Ρωμαλέος στα ουκρανικά
Μετάφραση: ρωμαλέος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грабує, стійкий, дужий, міцний, здоровий, енергійний, сильний, м'язистий, мускулистий, мускулястий, мускулістий
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρωμαλέος
ρωμαλέος συνώνυμα, ρωμαλέος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ρωμαλέος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ρυτιδώνω στα ουκρανικά - зморшка, зморшки, морщина, глибока зморшка
- ρωγμή στα ουκρανικά - порепатися, розколина, тріскатися, тріск, стрілець, тріщина, тріснути, ...
- ρωτώ στα ουκρανικά - просити, вимагатись, вимагатися, вимагати, питати, Я
- ρόγα στα ουκρανικά - пузир, ягода, зерно, пузирчик, соска, зернина, зернину, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρωμαλέος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: грабує, стійкий, дужий, міцний, здоровий, енергійний, сильний, м'язистий, мускулистий, мускулястий, мускулістий
Μεταφράσεις: грабує, стійкий, дужий, міцний, здоровий, енергійний, сильний, м'язистий, мускулистий, мускулястий, мускулістий