Σγουραίνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: σγουραίνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підсмажування, жарити, жаритися, смажитися, завиватися
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σγουραίνω
σγουραίνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σγουραίνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σβήνω στα ουκρανικά - гасити, знищувати, вбивати, нищити, затьмарювати, випалювати, випалюватиме, ...
- σβελτάδα στα ουκρανικά - спритність, кмітливість, моторність
- σγουρός στα ουκρανικά - хвилястий, кучерявенький, кучерявий, в'юнкий, витких, в'ється, що в'ється
- σε στα ουκρανικά - луки-на, ввімкнено, увімкнути, матч-в, для, після, по, ...
Τυχαίες λέξεις
Σγουραίνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: підсмажування, жарити, жаритися, смажитися, завиватися
Μεταφράσεις: підсмажування, жарити, жаритися, смажитися, завиватися