Συναγερμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: συναγερμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тривога, тривожити, збентежити, збентежувати, тривогу
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναγερμός
συναγερμός paradox, συναγερμός μοτοσυκλέτας, συναγερμός σπιτιού, συναγερμός αυτοκινήτου, συναγερμός τρώμε δημητριακά με έντομα, συναγερμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συναγερμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συναίνεση στα ουκρανικά - порозуміння, погодженість, одностайність, згоду, згода, згоди, злагода, ...
- συναίσθημα στα ουκρανικά - порушення, чуття, почуття, відчуття
- συναγωγή στα ουκρανικά - синагога, синагогу, синаґоґа
- συναγωνίζομαι στα ουκρανικά - змагайтеся, конкурувати, змагатись, змагатися, конкуруватиме, конкуруватимуть
Τυχαίες λέξεις
Συναγερμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тривога, тривожити, збентежити, збентежувати, тривогу
Μεταφράσεις: тривога, тривожити, збентежити, збентежувати, тривогу