Ταξιδάκι στα ουκρανικά
Μετάφραση: ταξιδάκι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
подорож, мандрівка, путівка, поїздка, поездка, виїхати
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταξιδάκι
ταξιδάκι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ταξιδάκι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ταξίδι στα ουκρανικά - круг, коло, мандрівка, тур, екскурсія, журнали, поїздка, ...
- ταξιαρχία στα ουκρανικά - загін, бригада
- ταξιδεύω στα ουκρανικά - пересування, журнали, мандрівка, подорожувати, мандрувати, подорож, мандрівку
- ταξιδιώτης στα ουκρανικά - комівояжер, мандрівник
Τυχαίες λέξεις
Ταξιδάκι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: подорож, мандрівка, путівка, поїздка, поездка, виїхати
Μεταφράσεις: подорож, мандрівка, путівка, поїздка, поездка, виїхати