Ταξιδάκι στα ολλανδικά

Μετάφραση: ταξιδάκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toer, tocht, trip, reis, uitstapje, verblijf
Ταξιδάκι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταξιδάκι

ταξιδάκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ταξιδάκι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ταξίδι στα ολλανδικά - reis, trip, rondreis, toer, tocht, tournee, uitstapje, ...
  • ταξιαρχία στα ολλανδικά - brigade, Brigade van, de Brigade, Brigade van de, de Brigade van
  • ταξιδεύω στα ολλανδικά - varen, trip, rijden, karren, verlopen, toer, tocht, ...
  • ταξιδιώτης στα ολλανδικά - reiziger, reizigersbeoordelingen, reizigersfoto, beoordelingen, reizigers
Τυχαίες λέξεις
Ταξιδάκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: toer, tocht, trip, reis, uitstapje, verblijf