Τορνευτής στα ουκρανικά
Μετάφραση: τορνευτής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
токар, гончар, гімнаст, Токарь
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τορνευτής
τορνευτής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τορνευτής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τοποθεσία στα ουκρανικά - затверджувати, розміщення, утверджувати, ставити, посмертно, стверджувати, розташування, ...
- τοποθετώ στα ουκρανικά - утверджувати, встановіть, прищуватий, посмертно, налагодити, покласти, прищавий, ...
- τορπίλη στα ουκρανικά - руйнівник, торпеда, торпедо, торпеду
- τορπιλικό στα ουκρανικά - есмінець, руйнівник, винищувач, торпеди
Τυχαίες λέξεις
Τορνευτής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: токар, гончар, гімнаст, Токарь
Μεταφράσεις: токар, гончар, гімнаст, Токарь