Υπαναχωρώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: υπαναχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
з-це, втягувати, втягати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαναχωρώ
υπαναχωρώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπαναχωρώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- υπακοή στα ουκρανικά - відданість, лояльність, вірність, послух, слухняність, послушання, послушність
- υπακούω στα ουκρανικά - підпорядковуватись, підкорятись, підкоритися, підкорятися, підпорядковуватися, коритися
- υπαναχωρώ. στα ουκρανικά - з-це, назад.
- υπασπιστής στα ουκρανικά - ад'ютант, підручний
Τυχαίες λέξεις
Υπαναχωρώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: з-це, втягувати, втягати
Μεταφράσεις: з-це, втягувати, втягати