Υποστηρικτής στα ουκρανικά
Μετάφραση: υποστηρικτής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підтягнення, підв'язка, підтяжка, адвокат, захищати, прибічник, пропагувати, промоутер
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποστηρικτής
υποστηρικτής αντίθετο, υποστηρικτής συνώνυμα, υποστηρικτής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υποστηρικτής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- υποστήριγμα στα ουκρανικά - підтримка, підтримання, піддержувати, кронштейн
- υποστηρίζω στα ουκρανικά - підкоріться, переплести, тягти, доводити, подавати, осаджувати, конформістський, ...
- υποτάσσομαι στα ουκρανικά - затверджувати, подавати, підкорювати, підкоріться, плазуйте, раболіпствувати
- υποτάσσω στα ουκρανικά - підкоріть, зм'якшувати, підкорювати, підкоряти, підпорядковувати, піддавати
Τυχαίες λέξεις
Υποστηρικτής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: підтягнення, підв'язка, підтяжка, адвокат, захищати, прибічник, пропагувати, промоутер
Μεταφράσεις: підтягнення, підв'язка, підтяжка, адвокат, захищати, прибічник, пропагувати, промоутер