Έκρηξη στα πολωνικά

Μετάφραση: έκρηξη, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wybuch, detonacja, wysadzić, burza, huk, erupcja, wysadzać, eksplozja, epidemia, podmuch, zadęcie, wysypka, wybuchu, eksplozji, wybuchem
Έκρηξη στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκρηξη

έκρηξη στην τουγκούσκα, έκρηξη στο χάρλεμ, έκρηξη ονειροκρίτης, έκρηξη αυτοκινήτου, έκρηξη σε εστιατόριο στη νέα ερυθραία, έκρηξη λεξικό γλώσσας πολωνικά, έκρηξη στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • έκπληξη στα πολωνικά - zaskakiwać, zadziwić, zdumienie, dziwić, niespodzianka, zdziwić, zdziwienie, ...
  • έκπτωση στα πολωνικά - dedukcja, obniżka, rabat, bonifikata, odejmowanie, wnioskowanie, potrącenie, ...
  • έκσταση στα πολωνικά - trans, upojenie, uniesienie, hipnoza, zachwyt, ekstaza, ecstasy, ...
  • έκταση στα πολωνικά - prolongata, zasięg, rozbudowa, wydłużenie, stopień, obszar, rozciągłość, ...
Τυχαίες λέξεις
Έκρηξη στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wybuch, detonacja, wysadzić, burza, huk, erupcja, wysadzać, eksplozja, epidemia, podmuch, zadęcie, wysypka, wybuchu, eksplozji, wybuchem