Ελκυστικός στα πολωνικά
Μετάφραση: ελκυστικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ponętny, powabny, atrakcyjny, apetyczny, dogodny, pociągający, atrakcyjne, atrakcyjna, atrakcyjnym
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελκυστικός
ελκυστικός προς το αντίθετον φύλον, ελκυστικός συνώνυμο, ελκυστικός συνώνυμα, ελκυστικόσ άντρασ, ελκυστικός αντωνυμο, ελκυστικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, ελκυστικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ελικοειδής στα πολωνικά - kręty, spiralny, ślimakowaty, spirala, zwojowy, śrubowaty, śrubowy, ...
- ελικόπτερο στα πολωνικά - strzecha, tasak, rębak, rębarka, siekacz, śmigłowiec, topór, ...
- ελλειπτικός στα πολωνικά - defektowy, niepełnowartościowy, wadliwie, wadliwy, ułomny, eliptyczny, eliptyczne, ...
- ελλιπής στα πολωνικά - oporny, niepełny, wadliwy, brakujący, niekompletny, krótki, krótko, ...
Τυχαίες λέξεις
Ελκυστικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ponętny, powabny, atrakcyjny, apetyczny, dogodny, pociągający, atrakcyjne, atrakcyjna, atrakcyjnym
Μεταφράσεις: ponętny, powabny, atrakcyjny, apetyczny, dogodny, pociągający, atrakcyjne, atrakcyjna, atrakcyjnym