Μετανιώνω στα πολωνικά
Μετάφραση: μετανιώνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
współczuć, ruta, żałować, żal, ubolewanie, pożałować, ubolewać
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετανιώνω
μετανιώνω - νότης σφακιανάκης, μετανιώνω ή μετανιώνω, μετανιώνω λεξικό, μετανιώνω lyrics, μετανιώνω πέγκυ, μετανιώνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, μετανιώνω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μετανάστης στα πολωνικά - wędrownik, imigrant, koczownik, wędrowny, koczowniczy, imigrantów, imigrantem, ...
- μεταναστεύω στα πολωνικά - migrować, wędrować, koczować, przejść, przesiedlać, Trek, wędrówka, ...
- μεταξωτό στα πολωνικά - jedwab, jedwabny, jedwabiu, jedwabne, silk
- μεταξύ στα πολωνικά - pośród, między, pośrodku, pomiędzy, wśród, od, latach
Τυχαίες λέξεις
Μετανιώνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: współczuć, ruta, żałować, żal, ubolewanie, pożałować, ubolewać
Μεταφράσεις: współczuć, ruta, żałować, żal, ubolewanie, pożałować, ubolewać