Μετανιώνω στα ολλανδικά

Μετάφραση: μετανιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sparen, ontzien, betreuren, spijten, bejammeren, leedwezen, spijt, spijt van, betreur, betreuren het
Μετανιώνω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μετανιώνω

μετανιώνω - νότης σφακιανάκης, μετανιώνω ή μετανιώνω, μετανιώνω λεξικό, μετανιώνω lyrics, μετανιώνω πέγκυ, μετανιώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μετανιώνω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μετανάστης στα ολλανδικά - migrerend, trekkend, rondtrekkend, immigrant, allochtone, immigranten, migranten, ...
  • μεταναστεύω στα ολλανδικά - rondreizen, rondtrekken, trekken, trektocht, tocht, trekking, trek, ...
  • μεταξωτό στα ολλανδικά - zij, zijde, zijden, van zijde, silk
  • μεταξύ στα ολλανδικά - onder, midden, tussen, medio, tussen de, van
Τυχαίες λέξεις
Μετανιώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: sparen, ontzien, betreuren, spijten, bejammeren, leedwezen, spijt, spijt van, betreur, betreuren het