Πυρηνικός στα πολωνικά
Μετάφραση: πυρηνικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
jądrowy, nuklearny, atomowy, jądrowej, jądrowego
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυρηνικός
πυρηνικόσ αφοπλισμόσ, πυρηνικός φάκελος, πυρηνικός ιατρός, πυρηνικός φυσικός, πυρηνικός ίκτερος, πυρηνικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, πυρηνικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- πυρετός στα πολωνικά - ciepłota, rozgorączkowanie, gorączka, tempera, febra, temperatura, pomoru, ...
- πυρετώδης στα πολωνικά - malaryczny, febryczny, gorączkowy, zgiełku, hektyczny, gorączkowe, tętniące życiem
- πυρκαγιά στα πολωνικά - zapalić, rozgorączkować, odpalać, palić, roznamiętniać, wystrzeliwać, zapalać, ...
- πυροβολικό στα πολωνικά - artyleria, artyleryjski, artylerii, artyleryjskie, artyleryjska
Τυχαίες λέξεις
Πυρηνικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: jądrowy, nuklearny, atomowy, jądrowej, jądrowego
Μεταφράσεις: jądrowy, nuklearny, atomowy, jądrowej, jądrowego