Ταγματάρχης στα πολωνικά
Μετάφραση: ταγματάρχης, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
główny, major, durowy, dur, ważniejszy, pełnoletni, poważny, większy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταγματάρχης
ταγματάρχης παπαποστόλου, ταγματάρχης ντερτιλής, ταγματάρχης τζουλάκης, ταγματάρχης παναγιώτης στούπας, ταγματάρχης βελισσαρίου, ταγματάρχης λεξικό γλώσσας πολωνικά, ταγματάρχης στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ταίρι στα πολωνικά - wspólnik, kolega, kumpel, pomocnik, mat, oficer, małżonek, ...
- ταβάνι στα πολωνικά - strop, pułap, powała, pował, sufit, sufitu, suficie
- ταινία στα πολωνικά - sznurek, negatyw, taśma, kapela, szlaczek, szajka, zgraja, ...
- ταιριάζω στα πολωνικά - mecz, para, dobór, lont, dopasowanie, partia, ożenek, ...
Τυχαίες λέξεις
Ταγματάρχης στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: główny, major, durowy, dur, ważniejszy, pełnoletni, poważny, większy
Μεταφράσεις: główny, major, durowy, dur, ważniejszy, pełnoletni, poważny, większy