Άσχημος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: άσχημος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abominável, arisco, pneumático, horrendo, horrível, repugnante, brusco, feio, feia, feios, feias
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άσχημος
άσχημοσ ονειροκρίτησ, άσχημος πατέρας όμορφος ο γιος και τρελός ο εγγονός. τι είναι, άσχημοσ συνώνυμα, είναι άσχημος, άσχημος άντρας, άσχημος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άσχημος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- άσχετος στα πορτογαλικά - irrelevante, irrelevantes, pertinente, relevante
- άσχημα στα πορτογαλικά - mal, ruim, mau, má, bad
- άτακτος στα πορτογαλικά - desobediente, malcriado, impertinente, impertinente do, travesso
- άτεγκτος στα πορτογαλικά - hirto, teso, rígido, certo, direita, são, intransigente, ...
Τυχαίες λέξεις
Άσχημος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: abominável, arisco, pneumático, horrendo, horrível, repugnante, brusco, feio, feia, feios, feias
Μεταφράσεις: abominável, arisco, pneumático, horrendo, horrível, repugnante, brusco, feio, feia, feios, feias