Λέξη: τροπολογία

Σχετικές λέξεις: τροπολογία

τροπολογία μέγαρο μουσικής, τροπολογία για τις μεταγραφές τριτέκνων και πολυτέκνων, τροπολογία του υπουργείου παιδείας, τροπολογία 1251/67, τροπολογία για νεριτ, τροπολογία για εμπορικές μισθώσεις, τροπολογία υπουργείου παιδείας, τροπολογία νεριτ, τροπολογία πλαφόν, τροπολογία μιχελάκη

Συνώνυμα: τροπολογία

τροποποίηση, διόρθωση, μετασχηματισμός

Μεταφράσεις: τροπολογία

τροπολογία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
amendment, amendment by, amendment is, amendment No

τροπολογία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
enmienda, modificación, Enmienda presentada, la enmienda, enmiendas

τροπολογία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
änderung, korrektur, änderungsantrag, berichtigung, abänderungsantrag, verbesserung, novelle, ergänzungsantrag, Änderung, Abänderung, Änderungsantrag, Geänderter Text, Änderungen

τροπολογία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
réparation, mutation, réfection, modification, variation, amendement, réformation, altération, correction, changement, réforme, retouche, l'amendement, la modification, modifications

τροπολογία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
riforma, emendamento, correzione, modifica, dell'emendamento, l'emendamento, modifiche

τροπολογία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
emenda, Alteração, Alteração apresentada, a alteração, modificação

τροπολογία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
amendement, wijziging, Amendement ingediend, wijzigingen, amendement nr

τροπολογία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
исправление, поправка, изменение, улучшение, корректив, поправки, поправку

τροπολογία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
endringen, endring, endringer, tilføyelse, endret

τροπολογία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ändring, ändringen, Ändringsförslag, ändringsförslaget, ändringar

τροπολογία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
muutos, lisäys, lainmuutos, oikaisu, parannus, muutosehdotus, tarkistuksen, tarkistus, tarkistusta, Tarkistuksella

τροπολογία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ændring, Ændringsforslag, ændringen, ændringsforslaget, aendring

τροπολογία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pozměnění, oprava, náprava, změna, pozměňovací návrh, novela

τροπολογία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
naprawa, korekta, zmiana, nowelizacja, poprawa, poprawka, zmiany, poprawki

τροπολογία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
módosítás, módosítást, módosítását

τροπολογία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
düzeltme, değişiklik, değişikliği, değişikliğin

τροπολογία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
покращення, виправлення, поліпшення, покращання, поправка, поправку, зміна

τροπολογία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
amendament, ndryshim, amendamenti, amendament i, amendim

τροπολογία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
поправка, изменение, изменението

τροπολογία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
папраўка

τροπολογία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õiendus, täiendamine, parandus, muudatus, muudatusettepaneku, muudatusettepanek, muudatuse, muudatusettepanekuga

τροπολογία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ispravka, amandman, promjena, dopuna, izmjena i dopuna, Dodatak, izmjene i dopune

τροπολογία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
leiðrétting, breytingu, breyting, breytingar, breytingin, breytingunni

τροπολογία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
taisymas, pataisa, Pakeitimas, pakeitimu, pakeitimą

τροπολογία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
grozījums, grozījumu, grozījuma, grozījumā

τροπολογία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
амандманот, амандман, измената, измена, измена и дополнување

τροπολογία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
amendament, modificare, modificarea, amendamentul, de modificare

τροπολογία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dodatek, oprava, sprememba, spremembe, Predlog spremembe, spremembo

τροπολογία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
oprava, zmena, zmeny, zmena a doplnenie, zmenu, pozmeňujúci a doplňujúci návrh

Στατιστικά δημοτικότητας: τροπολογία

Τυχαίες λέξεις