Έγκλημα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: έγκλημα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
criminalidade, crimes, crime, o crime, a criminalidade
Έγκλημα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έγκλημα

έγκλημα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έγκλημα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • έγκαιρα στα πορτογαλικά - oportuno, oportuna, atempada, atempado, oportunas
  • έγκατα στα πορτογαλικά - abismo, profundidades, profundezas, profundidade, fundo
  • έγκλιση στα πορτογαλικά - humor, monumento, modo, ambiência, estado de espírito, clima, disposição
  • έγκριση στα πορτογαλικά - aprovação, aplauso, homologação, a aprovação, de aprovação, autorização
Τυχαίες λέξεις
Έγκλημα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: criminalidade, crimes, crime, o crime, a criminalidade