Αγκιστρώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αγκιστρώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anzol, casco, gancho, enganchar, ancorado, ancorada, escorado, ancoradas, ancorados
Αγκιστρώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγκιστρώνω

αγκιστρώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αγκιστρώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αγκαλιάζω στα πορτογαλικά - emblema, apertar, abraço, apertado, abraçar, abranger, estreitar, ...
  • αγκινάρα στα πορτογαλικά - alcachofra, de alcachofra, artichoke, da alcachofra, alcachofra de
  • αγκομαχώ στα πορτογαλικά - flounders, linguados, solhas
  • αγκύλη στα πορτογαλικά - grampo, suporte, parêntese, colchete, suporte de, faixa, suporte do
Τυχαίες λέξεις
Αγκιστρώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: anzol, casco, gancho, enganchar, ancorado, ancorada, escorado, ancoradas, ancorados