Αναγέννηση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αναγέννηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
regeneração, a regeneração, de regeneração, regeneração de, da regeneração
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναγέννηση
αναγέννηση κατασκήνωση, αναγέννηση άρτας, αναγέννηση συνώνυμα, αναγέννηση θεσσαλονίκη, αναγέννηση τέχνη, αναγέννηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναγέννηση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αναβολή στα πορτογαλικά - demora, protelação, adiamento, postergação, o adiamento, prorrogação, diferimento
- αναβοσβήνω στα πορτογαλικά - piscar, piscará, piscam, pisca, blink
- αναγκαίος στα πορτογαλικά - preciso, necessário, puro, necessária, necessárias, necessários
- αναγκαιότητα στα πορτογαλικά - preciso, necessário, necessidade, necessidade de, necessariamente, a necessidade, necessidades
Τυχαίες λέξεις
Αναγέννηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: regeneração, a regeneração, de regeneração, regeneração de, da regeneração
Μεταφράσεις: regeneração, a regeneração, de regeneração, regeneração de, da regeneração