Αναθέτω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αναθέτω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
designar, atribua, atribuir, atribui, ceder
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναθέτω
αναθέτω αγγλικά, αναθέτω κλίση, αναθέτω συνώνυμα, αναθέτω ετυμολογια, αναθέτω συνώνυμο, αναθέτω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναθέτω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αναζωογονώ στα πορτογαλικά - ressuscitar, revitalizar, reavivar, refrescar, atualização, de atualização, refresh, ...
- αναζωογόνηση στα πορτογαλικά - revitalização, de revitalização, a revitalização, revitalizar
- αναθεματίζω στα πορτογαλικά - anatematizar, anatematizamos, anatemizar, anathematize, amaldiçoam
- αναθεματισμένος στα πορτογαλικά - maçador, incomodamente, importuno
Τυχαίες λέξεις
Αναθέτω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: designar, atribua, atribuir, atribui, ceder
Μεταφράσεις: designar, atribua, atribuir, atribui, ceder