Ανυπόμονος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ανυπόμονος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
impaciente, impacientes, impaciência, impatient, paciência
Ανυπόμονος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανυπόμονος

ανυπόμονοσ συνώνυμα, πάτερ ανυπόμονος, παπα ανυπόμονοσ, ανυπόμονος english, καπετάν ανυπόμονοσ, ανυπόμονος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανυπόμονος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ανυπομονησία στα πορτογαλικά - impaciência, a impaciência, impaciente, impatience
  • ανυποχώρητος στα πορτογαλικά - tenaz, tenazes, tenacious, persistente, obstinado
  • ανυπόφορος στα πορτογαλικά - insuportável, intolerável, insufferable, insuportáveis, insofrível
  • ανυψώνω στα πορτογαλικά - melhorar, suspender, educar, erguer, cultivar, altear, elevar, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανυπόμονος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: impaciente, impacientes, impaciência, impatient, paciência