Απαστράπτω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απαστράπτω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alargamento, labareda, chama, surto, queimador
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαστράπτω
απαστράπτω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απαστράπτω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απαριθμώ στα πορτογαλικά - particularidade, detalhe, minúcia, pormenorizar, enumerar, enumera, enumerar os, ...
- απαρχαιωμένος στα πορτογαλικά - arcaico, desatualizado, desatualizados, ultrapassada, desatualizada, outdated
- απασχολημένος στα πορτογαλικά - ocupado, agitado, ocupada, movimentada, ocupados
- απασχολώ στα πορτογαλικά - ocupado, agitado, ocupada, movimentada, ocupados
Τυχαίες λέξεις
Απαστράπτω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: alargamento, labareda, chama, surto, queimador
Μεταφράσεις: alargamento, labareda, chama, surto, queimador