Αποκλίνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αποκλίνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
divergir, divergem, diverge, divergentes, afastar
Αποκλίνω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποκλίνω

αποκλίνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποκλίνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αποκατάσταση στα πορτογαλικά - restauração, restauro, recuperação, restabelecimento, de restauração
  • αποκηρύσσω στα πορτογαλικά - renove, renovar, desdizer, renegar, abjurar, se retratar
  • αποκλείω στα πορτογαλικά - eliminar, desqualificar, afastar, undécima, liquidar, exaltamento, exclua, ...
  • αποκλεισμός στα πορτογαλικά - proibições, exclusão, a exclusão, de exclusão, da exclusão, à exclusão
Τυχαίες λέξεις
Αποκλίνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: divergir, divergem, diverge, divergentes, afastar