Αποτυγχάνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αποτυγχάνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desvaneça-se, fracassar, falha, fiasco, chiadeira, fizzle, chiado, o fizzle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποτυγχάνω
αποτυγχάνω συνώνυμα, επιτυγχάνω συνωνυμο, αποτυγχάνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποτυγχάνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αποτρέπω στα πορτογαλικά - dissuadir, dissolver, despistar, neblina, precaver, dissolva, névoa, ...
- αποτροπιαστικός στα πορτογαλικά - repugnante, detestável, odioso, abominável, abomináveis
- αποτυχία στα πορτογαλικά - falha, fiasco, fracassar, malogro, fracasso, insuficiência, falha de, ...
- απουσία στα πορτογαλικά - ausência, afastamento, falta, inexistência, a ausência
Τυχαίες λέξεις
Αποτυγχάνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: desvaneça-se, fracassar, falha, fiasco, chiadeira, fizzle, chiado, o fizzle
Μεταφράσεις: desvaneça-se, fracassar, falha, fiasco, chiadeira, fizzle, chiado, o fizzle