Ατάραχος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ατάραχος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
calmo, quieto, composto, tranquilo, sossegado, sereno, impassível, imperturbado, imperturbável, unperturbed, não perturbado
Ατάραχος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατάραχος

ατάραχος συνώνυμα, ατάραχος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ατάραχος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ασύστολα στα πορτογαλικά - descaradamente, desavergonhadamente, vergonhosamente, despudoradamente, sem vergonha
  • ασύστολος στα πορτογαλικά - impiedoso, implacável, cruel, Inclemente, Ruthless
  • ατάσθαλος στα πορτογαλικά - irregularidade, irregularidades, a irregularidade, de irregularidades
  • ατέλεια στα πορτογαλικά - imperfeição, imperfeições, a imperfeição, falha
Τυχαίες λέξεις
Ατάραχος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: calmo, quieto, composto, tranquilo, sossegado, sereno, impassível, imperturbado, imperturbável, unperturbed, não perturbado