Εναλλακτικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εναλλακτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alternativa, alternativo, alternativas, alternativos, título subsidiário
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εναλλακτικός
εναλλακτικός συνώνυμα, εναλλακτικός κόσμος, εναλλακτικός τουρισμός pdf, εναλλακτικός τουρισμός πτυχιακη, εναλλακτικός τουρισμός κρητη, εναλλακτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εναλλακτικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εναλλάσσω στα πορτογαλικά - alternar, substituição, suplente, alternado, alterno, substituto, alternativo
- εναλλαγή στα πορτογαλικά - intercâmbio, interceptar, alternação, alternância, de alternância, a alternância, alternância de
- εναντίον στα πορτογαλικά - contra, contra a, contra o, encontro, de encontro
- εναντιώνομαι στα πορτογαλικά - repugnar, vez, oportunidade, contrariar, contrapor, opor, opor-se, ...
Τυχαίες λέξεις
Εναλλακτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: alternativa, alternativo, alternativas, alternativos, título subsidiário
Μεταφράσεις: alternativa, alternativo, alternativas, alternativos, título subsidiário