Επιχειρηματολογώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επιχειρηματολογώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
discuta, disputar, porfiar, arguir, argumentar, contender, discutir, defendo, Afirmo, argumento, eu argumento, Meu argumento
Επιχειρηματολογώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιχειρηματολογώ

επιχειρηματολογώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιχειρηματολογώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επιχειρηματίας στα πορτογαλικά - empresário, Homem de negócios, de negócios, Homem de negócios que, businessman
  • επιχειρηματικός στα πορτογαλικά - empresa, empreendedor, empreendedora, empreendedores, empreendedorismo, empreendedoras
  • επιχειρώ στα πορτογαλικά - abalançar, ventilador, risco, aventurar, tentativa, tentativa de, tentar, ...
  • επιχορήγηση στα πορτογαλικά - subsidiar, subsídio, descontos, subsídios, subvenção, subvenções, ajuda
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρηματολογώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: discuta, disputar, porfiar, arguir, argumentar, contender, discutir, defendo, Afirmo, argumento, eu argumento, Meu argumento