Ευπαρουσίαστος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ευπαρουσίαστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
apresentável, agradável, gentil, experientes, apessoado
Ευπαρουσίαστος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευπαρουσίαστος

ευπαρουσίαστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ευπαρουσίαστος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ευπάθεια στα πορτογαλικά - vulnerabilidade, vulnerabilidade de, a Vulnerabilidade, Vulnerability, de Vulnerabilidade
  • ευπαθής στα πορτογαλικά - frágil, frágeis, frágil, fraco, débil
  • ευπρέπεια στα πορτογαλικά - decência, a decência, decoro, da decência, pudor
  • ευπρεπέστατα στα πορτογαλικά - apropriado, efprepestata
Τυχαίες λέξεις
Ευπαρουσίαστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: apresentável, agradável, gentil, experientes, apessoado