Καλόκαρδος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: καλόκαρδος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bondoso, de bom coração, bom coração, bondosa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλόκαρδος
καλόκαρδος συνώνυμα, καλόκαρδος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καλόκαρδος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- καλόβουλος στα πορτογαλικά - temperado, moderado, tempered, temperados, temperada
- καλόγερος στα πορτογαλικά - monge, monk, bhikkhu, frade, monges
- καλός στα πορτογαλικά - qualidade, bom, hábil, perito, jaez, amável, bem, ...
- καλότυχος στα πορτογαλικά - feliz, fortalecer, afortunado, sorte, afortunados, a sorte
Τυχαίες λέξεις
Καλόκαρδος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bondoso, de bom coração, bom coração, bondosa
Μεταφράσεις: bondoso, de bom coração, bom coração, bondosa