Λέξη: βολβός
Σχετικές λέξεις: βολβός
βολβός τουλίπας, βολβός μετάφραση, βολβός γαλλικά, βολβόσ δωδεκαδακτύλου, βολβός ματιού, οφθαλμικός βολβός, βολβός του ματιού, βολβός πλοίου, βολβός κρεμμυδιού, βολβός κυκλάμινου
Συνώνυμα: βολβός
λαμπα, κόνδυλος, ρίζα
Μεταφράσεις: βολβός
βολβός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bulb, tuber, bulb is, bulb of, eyeball
βολβός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ampolla, cebolla, bulbo, bombilla, bombilla de, la bombilla, bulbo de
βολβός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
glühlampe, glühbirne, knolle, Glühbirne, Birne, Zwiebel, Lampe, Glühlampe
βολβός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bassinoire, ampoule, bulbe, oignon, tubercule, lampe, l'ampoule
βολβός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lampadina, bulbo, lampada, bulb, della lampadina
βολβός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bolbo, ampola, lâmpada, bulbo, bulb, lâmpada de
βολβός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ampul, lamp, peer, gloeilamp, lampje, bol, bulb
βολβός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
баллон, пузырек, луковица, колба, выпуклый, груша, выпуклость, лампочка, лампа, лампы, шарик
βολβός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pære, lyspære, pæren, lyspæren, bulb
βολβός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kula, glödlampa, lampa, lampan, glödlampan
βολβός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lamppu, polttimo, bulb, lampun, polttimon
βολβός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pære, pæren, bulb, lyskilde, pære i
βολβός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
žárovka, baňka, cibule, hlíza, žárovky, žárovku, bulb, teploměru
βολβός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
żarówka, cebula, opuszka, bańka, bulwa, cebulka, bulb, żarówki, bańki
βολβός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
üveggömb, villanykörte, virághagyma, izzó, izzót, gumó, bura, Fényforrással
βολβός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ampul, termometre, ampulün, bulb, ampulü
βολβός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пузирчик, балон, бульбашка, опуклість, бульбашку, лампа, лампи
βολβός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
llambë, llambë të, llambë e, kokërr
βολβός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
луковица, крушка, крушката, крушки, колба
βολβός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лямпа, лампа, лямпы
βολβός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mugul, elektripirn, sibul, pirn, bulb, sibula, klaaskolvi, pirni
βολβός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
luk, lukovica, cijev, žarulja, žarulju, arulju, sijalice, termometra
βολβός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
peru, ljósaperur, ljósapera, ljósaperu, ljósaperu er
βολβός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svogūnas, statyba, lemputė, lemputės, lemputę, bulb, kolba
βολβός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
spuldze, spuldzes, spuldzi, bulb, spuldzei
βολβός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сијалица, сијалицата, крушка, на сијалицата, светилка
βολβός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bec, bulb, becului, becul, bec de
βολβός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žarnica, žarnice, žarnico, sijalka, bulb
βολβός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
žiarovka, žiarovky, žiarivka, žárovka
Τυχαίες λέξεις