Μελαγχολώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μελαγχολώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
afligir, depredar, acabrunhar, acanhar, fresco, desafinar, lastimador, mope, palerma
Μελαγχολώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μελαγχολώ

μελαγχολώ - αντώνης βαρδής, μελαγχολώ ετυμολογια, μελαγχολώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μελαγχολώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μελίγκρα στα πορτογαλικά - pulgões, afídeos, afídios, aphids, os afídeos
  • μελαγχολικός στα πορτογαλικά - melancólico, sombrio, nebuloso, desagradável, melancólica, melancholic, melancolia, ...
  • μελανιά στα πορτογαλικά - contusão, equimose, machucado, hematoma, bruise
  • μελανιάζω στα πορτογαλικά - contusão, equimose, machucado, hematoma, bruise
Τυχαίες λέξεις
Μελαγχολώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: afligir, depredar, acabrunhar, acanhar, fresco, desafinar, lastimador, mope, palerma